Νότιο Βιετνάμ, 16 Μαρτίου 1968. Ο υπολοχαγός Γουίλιαμ Κάλεϊ και η διμοιρία του αποβιβάζονται με ελικόπτερο στο χωριό Μάι Λάι με στόχο να καταστρέψουν μια βάση των Βιετκόνγκ. Έχοντας λάβει λανθασμένες πληροφορίες, εισβάλλουν στον μικρό οικισμό, νομίζοντας πως ο εχθρός τους κρύβεται ανάμεσα στον άμαχο πληθυσμό. Οι περίπου 700 κάτοικοι δεν προβάλλουν αντίσταση. Ανάμεσά τους οι Αμερικανοί στρατιώτες δεν βλέπουν μάχιμους άνδρες, παρά μόνο απλούς χωρικούς, γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους που τρώνε πρωινό.
Και όμως, τις επόμενες τρεις ώρες σκοτώνουν με ωμότητα εκατοντάδες από αυτούς. Μερικοί παρατάσσονται σε μια αποχετευτική τάφρο και τουφεκίζονται. Κάποιοι διαμελίζονται. Γυναίκες βιάζονται. Οι νεκροί άμαχοι (που το Βιετνάμ υποστηρίζει πως είναι 504, ενώ οι ΗΠΑ 347) περιλαμβάνουν 50 βρέφη, 69 παιδιά μεταξύ 4 και 7 ετών και 27 άτομα μεταξύ 70 και 80 ετών. Οταν ο πιλότος Χιου Τόμσον προσγειώνει το ελικόπτερό του στο χωριό, συγκλονίζεται με αυτά που βλέπει και απειλώντας πως θα αρχίσει να πυροβολεί την εκτός ελέγχου διμοιρία, τη διατάζει να παύσει πυρ.
Στις 10.30, έπειτα από ένα εφιαλτικό τρίωρο, οι πυροβολισμοί εντέλει σταματούν. Το μικρό χωριό είναι πια αποδεκατισμένο. Η «Σφαγή του Μάι Λάι», όπως έγινε γνωστή, ήταν το μεγαλύτερο έγκλημα πολέμου της Αμερικής τον 20ό αιώνα. Ο υπολοχαγός που ηγήθηκε της θηριωδίας, ο Γουίλιαμ Κάλεϊ, πέθανε στις 28 Απριλίου, στα ογδόντα του χρόνια, σε ένα κέντρο περίθαλψης ηλικιωμένων στη Φλόριντα. Ο θάνατός του, όμως, ανακοινώθηκε μόλις λίγες μέρες πριν, το βράδυ της περασμένης Δευτέρας.
Λίγα πράγματα στη ζωή του πριν από το Βιετνάμ, μαρτυρούν πως επρόκειτο για κάποιον ικανό για κάτι τέτοιο – ένα «τέρας», όπως πολλοί τον αποκαλούσαν. Γεννήθηκε στις 8 Ιουνίου 1943 στο Μαϊάμι με πατέρα έναν βετεράνο του ναυτικού των ΗΠΑ του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ξεκίνησε σπουδές στο Palm Beach Junior College το 1963, αλλά τελικά τις παράτησε έναν χρόνο μετά, έχοντας αποτύχει στην πλειονότητα των μαθημάτων. Στη συνέχεια εργάστηκε ως γκρουμ σε ξενοδοχείο, πλασιέ, εκτιμητής ασφαλίσεων και ελεγκτής εισιτηρίων σε τρένο. Ο Κάλεϊ ήταν ένας «Average Joe», ένας μέσος Αμερικανός, μια χρυσή μετριότητα. Οι γνωστοί του τον έβρισκαν βαρετό και οι συμφοιτητές του το μόνο που θυμούνταν από αυτόν ήταν πως πλήρωνε το νοίκι στην ώρα του. Η σκοτεινή πλευρά της «κανονικότητας», όμως, προδόθηκε με τον πιο αποτρόπαιο τρόπο στο μικρό χωριό του νότιου Βιετνάμ.
Η στρατιωτική σταδιοδρομία του ξεκίνησε με την εκπαίδευσή του ως δακτυλογράφου, για να συνεχίσει με εξάμηνη εκπαίδευση κατώτερων αξιωματικών το 1967, την ίδια χρονιά που αυτός και η διμοιρία του (που έφερε το όνομα «Τσάρλι», αργκό των Αμερικανών στρατιωτών για τους Βιετκόνγκ) έφτασαν στο Βιετνάμ. Εκεί, γρήγορα κέρδισε την αντιπάθεια υφισταμένων και ανωτέρων. Κανείς τους δεν τον εκτιμούσε ή σεβόταν ως στρατιωτικό ηγέτη. Ενας διμοιρίτης του τον είχε περιγράψει ως «άτομο που διψούσε για δόξα… το είδος του ανθρώπου που θα μπορούσε να μας θυσιάσει όλους για τη δική του προσωπική πρόοδο». Αλλοι τον αποκαλούσαν «νευρικό, θερμοκέφαλο τύπο που φώναζε πολύ» και «ανίκανο». Κάποιος άλλος στρατιώτης είχε πει πως «είχε κάτι που αναστάτωνε τους ανθρώπους με λάθος τρόπο». Κάποιοι είχαν δηλώσει ότι δεν είχε κοινή λογική και δεν μπορούσε καν να διαβάσει σωστά έναν χάρτη ή μια πυξίδα.
Τα αποτρόπαια εγκλήματα στο Μάι Λάι αρχικά συγκαλύφθηκαν από τον στρατό των ΗΠΑ. Τον Απρίλιο του 1969, σχεδόν 13 μήνες μετά τη σφαγή, ένας στρατιώτης έγραψε επιστολές στον πρόεδρο των ΗΠΑ, τον πρόεδρο του Μεικτού Επιτελείου, τον υπουργό Αμυνας και 30 μέλη του Κογκρέσου, περιγράφοντας τις φρικαλεότητες που διέπραξαν οι στρατιώτες, όπως τις είχε ακούσει από διηγήσεις. Εντέλει δικάστηκε το 1970, ενώ την ίδια περίοδο υποβλήθηκε σε ψυχολογικές εξετάσεις που έδειξαν ότι δεν έπασχε από κάποια ψυχολογική ασθένεια που θα μπορούσε να ευθύνεται για τη συμπεριφορά του.
Ωστόσο –αν και αυτό δεν ειπώθηκε ένορκα– μερικοί από τους γιατρούς του ισχυρίστηκαν ότι τους είχε πει ότι σκεφτόταν να σκοτώσει τον βιετναμέζικο λαό με τον ίδιο τρόπο που σκεφτόταν ότι θα σκότωνε ένα ζώο. Κατά τη διάρκεια της δίκης, είπε: «Με διέταξαν να πάω εκεί και να καταστρέψω τον εχθρό. Αυτή ήταν η δουλειά μου εκείνη την ημέρα. Αυτή ήταν η αποστολή που μου δόθηκε. Δεν κάθισα να σκεφτώ αν επρόκειτο για άνδρες, γυναίκες ή παιδιά».
Έπειτα από συνολικά ογδόντα ώρες συνεδριάσεων, η ετυμηγορία τον βρήκε ένοχο για τον εκ προμελέτης φόνο 22 εκ των χωρικών. Καταδικάστηκε σε ισόβια φυλάκιση, μια ποινή όμως που εξέτισε μόνο για λίγες μέρες, εφόσον ο πρόεδρος Νίξον διέταξε να τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό. Αποφυλακίστηκε με όρους τον Νοέμβριο του 1974. Εκτοτε, ανέλαβε τη διεύθυνση του κοσμηματοπωλείου του πεθερού του…
Απέφυγε τον Τύπο και τις συνεντεύξεις σχετικά με τη σφαγή, αλλά μια δημόσια δήλωσή του το 2009, φανέρωσε τη μετάνοιά (;) του: «Δεν περνάει μέρα που να μη νιώθω τύψεις για όσα συνέβησαν εκείνη την ημέρα στο Mάι Λάι. Νιώθω τύψεις για τους Βιετναμέζους που σκοτώθηκαν, για τις οικογένειές τους, για τους Αμερικανούς στρατιώτες που εμπλέκονται και τις οικογένειές τους. Λυπάμαι πολύ».
Σε έναν πόλεμο με νεκρούς 58.000 Αμερικανούς και δύο έως τέσσερα εκατομμύρια Βιετναμέζους, η «Σφαγή του Μάι Λάι» έγραψε την πιο μαύρη σελίδα της αμερικανικής στρατιωτικής ιστορίας και έβγαλε έναν αμφιλεγόμενο λαϊκό «ήρωα» που δίχασε τη χώρα. Στο πρόσωπό του η διπολική Αμερική, με τα «γεράκια» και τα «περιστέρια» της, είδε ταυτόχρονα έναν αποδιοπομπαίο τράγο και έναν απανθρωπισμένο σφαγέα.
Το εξυμνητικό (…) προς αυτόν τραγούδι «Battle Hymn of Lt. Calley» (1971) του Τέρι Νέλσον πούλησε πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα, ενώ το εξώφυλλο του δίσκου «Now or Never» (1972) της Γιόκο Ονο, που χρησιμοποίησε μια σκληρή φωτογραφία από τη σφαγή, με πτώματα χωρικών να κείτονται άψυχα σε ένα χαντάκι, έγινε μία από τις πιο εμβληματικές εικόνες του αντιπολεμικού κινήματος. Από τα περίπου 5.000 τραγούδια που γράφτηκαν με θέμα τον πόλεμο του Βιετνάμ, 90 από αυτά ήταν εμπνευσμένα από τον Κάλεϊ και το Μάι Λάι.